< Βιογραφίες

ΝΟΜΙΚΟΣ Γ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ (1892 - 1987)

ΟΝΟΜΑ: Νικόλαος (Νικολος) Νομικός του (Άγνωστο όνομα πατέρα) και της (Άγνωστο όνομα μητέρας)

ΤΟΠΟΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ: Αμοργός

ΤΟΠΟΣ ΘΑΝΑΤΟΥ: Αμοργός

ΤΟΠΟΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ: Αμοργός

ΣΥΖΥΓΟΣ / ΓΕΝΟΣ: Κ. / Σίμου

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: Ψαράς, Αγρότης

ΟΡΓΑΝΟ: Λαϊκός Ποιητής – Ριμαδόρος

Το παρακάτω βιογραφικό σημείωμα για το λαϊκό ποιητή Νικόλαο Γ. Νομικό συντάχθηκε από τον Αμοργιανό φιλόλογο – ερευνητή Γεώργιο Α. Μαύρο. Αντλήθηκε από το αρχείο του τελευταίου το οποίο παραχωρήθηκε στο σύνολό του στο Ψηφιακό Οπτικοακουστικό Αρχείο Παραδοσιακής Μουσικής της Αμοργού και των Νησιών της. Η σύνταξη, η ορθογραφία και η στίξη του κειμένου έχουν διατηρηθεί.

Ο πιο γνωστός ριμαδόρος και στιχοπλόκος της Αμοργού. Ζει ακόμα σε ηλικία 95 χρόνων. Τα ποιήματά του χαρακτηρίζει έντονη σατιρική, δηκτική διάθεση. Σπάνια στιχούργησε τον έρωτα. Θέματά του: χαρακτήρες, καταστάσεις, ο εαυτός του που σαρκάζει.
Υπάρχουν σημεία που φτάνουν στη χυδαιότητα και άλλα τη λεπτή νησιώτικη ειρωνεία, το παίξιμο. Έζησε κάτω από άθλιες συνθήκες. Όχι λόγω φτώχειας γιατί τουλάχιστον στα νεανικά του και μέχρι τα ώριμα χρόνια του διέθετε περιουσία, ικανή για να ζήσει. Πιο πολύ λόγω χαρακτήρα και συνήθειας. Μια μορφή Διογένη. Ήρεμος, αδιάφορος για χρήματα υπήρξε μανιώδης χαρτοπαίκτης.
Το σπίτι του καλύβα και σταύλος ανάλογα με την εποχή. Χωρίς σκεπή, γεμάτο σκουπίδια. Ο Νικολός κοιμόταν στο υπόστεγο έκλεινε την πόρτα και ανεβοκατέβαινε από τη στέγη του σπιτιού χρησιμοποιώντας ένα δοκάρι και πατώντας στις εσοχές του τοίχου. Στρώμα του λινάτσες, παλιόρουχα, εφημερίδες. Άλλες φορές (καλοκαίρια) διέμενε σε σπηλιές, με προσκεφάλι πέτρες και κρεβάτι μια πόρτα. Συχνά κοιμόταν μέσα στην κατεστραμμένη εκκλησιά στις Αγ. Σαράντα. Το φαγητό του μαγείρευε σε μια πήλινη χύτρα, το άφηνε μέχρι μούχλας και ύστερα το έτρωγε. Φημολογείται ότι έτρωγε ακόμα και ψόφια. Άλλες φορές ανακάτευε υπόλοιπα φαγητών με ζεστά ροφήματα (δεντρολίβανο, φλυσκούνι). Σήμερα ζει κοντά στην κόρη του στην Αθήνα που είχε αποκτήσει με το γάμο του από την Κ.Ι. Σίμου.
Τα ποιήματά του τα απάγγελλε στα δυο καφενεία του Βρουτσιού την ώρα της συζήτησης. Κύρια ενασχόλησή του η μεταπώληση ψαριών, η μαναβική και οι λιγοστές κατσίκες του. Περίφημες οι ποιητικές μονομαχίες του με τον Δ. Εξαρχόπουλο, δεινό εξίσου στιχοπλόκο των Καταπόλων. Αναλφάβητος.